Από πολιτική άποψη είναι ανεπαρκές να λέμε ότι εξουσία και βία δεν είναι το ίδιο. Eξουσία και βία είναι αντίθετα: όπου βασιλεύει η μία, η άλλη είναι απούσα. Η βία εμφανίζεται όταν η εξουσία βρίσκεται σε κίνδυνο, αλλά αν αφεθεί να ακολουθήσει το δρόμο της, στο τέλος η εξουσία είναι που συνθλίβεται. Αυτό συνεπάγεται ότι δεν είναι σωστό να θεωρούμε αντίθετο της βίας τη μη βία – ο όρος μη βίαιη εξουσία είναι πλεονασμός. Η βία μπορεί να καταστρέψει την εξουσία, αλλά είναι εντελώς ανίκανη να την δημιουργήσει. Η ανεπιφύλακτη εμπιστοσύνη του Χέγκελ και του Μαρξ στη διαλεκτική «δύναμη της άρνησης», χάρη στην οποία τα αντίθετα δεν καταστρέφονται αλλά ομαλά αναπτύσσονται το ένα μέσα στο άλλο, επειδή η αντίφαση προάγει και δεν παραλύει την ανάπτυξη, εδράζεται σε πολύ παλιότερη φιλοσοφική προκατάληψη: ότι το κακό δεν είναι κάτι περισσότερο από το στερητικό modus του καλού, ότι το καλό μπορεί να προκύψει από το κακό, εν συντομία, ότι το κακό είναι προσωρινή εκδήλωση του κρυμμένου ακόμα καλού. Τέτοιες καταξιωμένες από το χρόνο γνώμες έχουν γίνει επικίνδυνες. Τις συμμερίζονται πολλοί που δεν έχουν ποτέ τους ακούσει για Χέγκελ ή Μαρξ, για τον απλό λόγο ότι εμπνέουν ελπίδα και διώχνουν τον φόβο - απατηλή ελπίδα που χρησιμοποιείται για να διαλύσει υπαρκτό φόβο. Δεν εννοώ βέβαια ότι πρέπει να εξισώσουμε τη βία με το κακό - θέλω μόνο να υπογραμμίσω ότι η βία δεν μπορεί να προκύψει από το αντίθετο της που είναι η εξουσία και για να κατανοήσουμε αυτό που πραγματικά είναι πρέπει να εξετάσουμε τις ρίζες και τη φύση της.
Hannah Arendt – Περί Βίας
Εκδ. Επίκεντρο
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου